Νέα επιχειρηματικά ξεκινήματα, προκλήσεις, δυσκολίες, success stories, έρευνες και μελέτες που χαρτογραφούν το σύγχρονο επιχειρηματικό τοπίο. Αυτό είναι το Business In The Mix, της Εθνικής μας Τράπεζας, η νέα σειρά podcast για την ανάπτυξη και την αποτελεσματικότητα του ελληνικού επιχειρείν.
Νίκη Λυμπεράκη: Χαίρεται. Με μία ιστορία ιατρικής τεχνολογικής καινοτομίας θα ασχοληθούμε στο Business In The Mix, σε αυτό το επεισόδιο. Μία ελληνική εταιρεία που ιδρύθηκε σε χρόνια δύσκολα και τα πηγαίνει εξαιρετικά. Είναι μία εταιρεία με όραμα να βελτιώσει την ποιότητα ζωής χιλιάδων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο. Είναι η PD Neurotechnology.
Συνιδρυτής και Business Director της, ο Νίκος Μόσχος, που έχω απέναντί μου.
Καλώς ορίσατε, κύριε Μόσχο. Αυτονόητη η πρώτη ερώτηση· συστήστε μας την εταιρεία σας.
Νίκος Μόσχος: Η PD Neurotechnology είναι μια εταιρεία νέας τεχνολογίας, η οποία έχει ιδρυθεί το 2015 και το βασικό της, πρώτο προϊόν, αφορά τη νόσο του Πάρκινσον. Πρόκειται για μία ιατρική συσκευή, πιστοποιημένη, που είναι ήδη στην αγορά και βοηθά τους ιατρούς που παρακολουθούν τους ασθενείς με νόσο Πάρκινσον, να γνωρίζουν διαρκώς την πορεία του κάθε ασθενή , αν χρειάζεται κάποια παρέμβαση στην παρακολούθηση και τη διαχείριση του ώστε να κερδίζει ποιότητα ζωής και το σύστημα υγείας πόρους.
Νίκη Λυμπεράκη: Ακούγεται πολύ ενδιαφέρον. Εξ’ αποστάσεως, φαντάζομαι, γνωρίζει ο ιατρός. Σωστά;
Νίκος Μόσχος: Βεβαίως. Είναι μία ιατρική συσκευή τηλε-υγείας έτσι ώστε ο γιατρός, να γνωρίζει εξ αποστάσεως πώς πάνε τα πράγματα. Φυσικά, είναι στην επιλογή του ιατρού, την κατάλληλη στιγμή, να ζητήσει την επίσκεψη ή να παρέμβει από απόσταση.
Νίκη Λυμπεράκη: Μάλιστα. Εξαιρετικό. Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με κάτι τέτοιο; Ακούγεται πολύ εξειδικευμένο. Σπανίως, κύριε Μόσχο, δυστυχώς σπανίως μιλάμε στην Ελλάδα για τεχνολογική καινοτομία και δη στον τομέα της υγείας ή της τηλε-ιατρικής. Εσείς το έχετε κάνει πραγματικότητα, υπάρχει ένα προϊόν. Πώς φτάσατε εκεί;
Νίκος Μόσχος: Το ταξίδι ξεκίνησε το 2006. Τότε ο καθηγητής Βιοϊατρικής Τεχνολογίας και Πληροφορικής, Δημήτρης Φωτιάδης μαζί με τον καθηγητή Νευρολογίας, Σπύρο Κονιτσιώτη, στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, ξεκίνησαν τα πρώτα βήματα της σχετικής έρευνας.; Στόχος ήταν να δούμε αν μπορούμε να αποτυπώσουμε τα συμπτώματα της σύνθετης νόσου του Πάρκινσον η οποία παρουσιάζει κινητικά προβλήματα που δύσκολα γίνονται αντιληπτά και μπορούν να καταγραφούν. Να το κάνουμε εξ’ αποστάσεως, να το κάνουμε με τη βοήθεια τεχνητής νοημοσύνης και με τη βοήθεια φορέσιμων ιατρικών συσκευών. Αυτό, λοιπόν, από το 2008 ως το 2011 έγινε πραγματικότητα με το λεγόμενο «proof of concept». Σε 81 ασθενείς αποδείχτηκε, μέσα από θεωρητικές και πρακτικές μετρήσεις, ότι είναι εφικτό, ότι μετρώνται τα συμπτώματα με ακρίβεια κι ότι μπορεί ο ιατρός, εξ’ αποστάσεως, να γνωρίζει πώς πάνε τα πράγματα. Οιfounders μαζί με ένα business team του οποίου είμαι ο βασικός εκφραστής, εργαστήκαμε τρία χρόνια, αναζητήσαμε, σε αυτή τη διάρκεια, τα επιχειρηματικά κεφάλαια και εκεί ήρθε η Εθνική Τράπεζα, με το Business Seeds, να γίνει ο βασικός αρωγός στη διαδικασία και ήταν πολύ σημαντική η συνεισφορά της.
Νίκη Λυμπεράκη: Εν έτει, πια;
Νίκος Μόσχος: Εν έτει 2015-2016.
Νίκη Λυμπεράκη: Η δική σας εταιρεία έχει και αυτό το πρόσθετο ενδιαφέρον· ότι έρχεται να ιδρυθεί και να σηκώσει κεφάλαια σε μια εποχή, σε μια χρονιά, πολύ δύσκολη για τη χώρα. Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, λοιπόν, η πορεία σας. Σας διέκοψα μιλώντας για τη συνδρομή της Τράπεζας. Φαντάζομαι ότι είναι πολύ σημαντικό το κομμάτι της χρηματοδότησης σε ένα εγχείρημα επιχειρηματικό.
Νίκος Μόσχος: Ειδικά στην Ελλάδα εκείνης της εποχής, τα χρήματα προήλθαν από ανθρώπους που μας γνώριζαν και όχι τόσο που είχαν την πλήρη αντίληψη του project. Η Εθνική, μαζί με τους εξειδικευμένους ανθρώπους που είχε τότε στην ομάδα, εμπιστεύτηκαν και το business plan και τη γνώση και τη νέα τεχνολογία και έτσι μας έδωσαν οι angel investors μαζί με την Εθνική την πρώτη χρηματοδότηση, για να μπορέσουμε να περάσουμε στην επόμενη ημέρα.
Νίκη Λυμπεράκη: Περάσατε στην επόμενη ημέρα, πετυχαίνοντας κάτι που επίσης είναι παγίως ζητούμενο για την Ελλάδα· τη διασύνδεση της πανεπιστημιακής έρευνας και της γνώσης που παράγουν τα ελληνικά πανεπιστήμια – γιατί παράγουν γνώση τα πανεπιστήμιά μας – με την επιχειρηματικότητα και ως εκ τούτου, με την αγορά εργασίας. Κύριε Μόσχο, εσείς πετύχατε κάτι που λέμε εδώ και χρόνια ότι πρέπει να το κανονικοποιήσουμε, να μοντελοποιηθεί και να είναι ο κανόνας μας πια: τα πανεπιστήμια να είναι συνδεδεμένα με την επιχειρηματικότητα. Πόσο εύκολο είναι αυτό στην πράξη;
Νίκος Μόσχος: Η Ελλάδα έχει ορισμένα πανεπιστήμια όπου αυτό είναι πιο εύκολο από ό,τι αλλού. Για παράδειγμα: η Πάτρα, η Θεσσαλονίκη, το Ηράκλειο, αλλά και η Αθήνα και τα Ιωάννινα κατά προέκταση, έχουν πολύ ικανούς επιστήμονες, οι οποίοι έχουν πολύ καλές ιδέες που δοκιμάζουν στην πράξη. Το θέμα είναι ότι αυτή η διασύνδεση με την αγορά, η αντίληψη των επενδυτικών κεφαλαίων της χώρας για θέματα που αφορούν ιατρική τεχνολογία, medical devices ή βιοεπιστήμες, δεν είναι στο επίπεδο που είναι σε άλλες χώρες, όπως, για παράδειγμα, πρωτοπόρος αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη είναι η Αγγλία. Κι αυτό απαντά και σε μια ερώτηση που ίσως μου κάνετε: πώς και έχουμε έδρα στο Λονδίνο
Νίκη Λυμπεράκη: Με προλάβατε. Η PD Neurotechnology κινείται σε ένα τρίγωνο: Αθήνα – Λονδίνο – Ιωάννινα. Τα Ιωάννινα – νομίζω το έχετε ήδη απαντήσει – γιατί εκεί είναι η πηγή, η απαρχή της επιστημονικής έρευνας. Από την άλλη, η έδρα σας είναι στη Βρετανία. Για ποιον λόγο, λοιπόν; Είναι πιο ελκυστικός προορισμός για εταιρείες;
Νίκος Μόσχος: Ο ένας λόγος είναι αυτός. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι εκεί υπάρχουν οι εξειδικευμένοι δικηγόροι και λογιστές, οι οποίοι μπορούν να αντιληφθούν τι θα πει να είναι μια εταιρεία medical device και να κάνουν τις αντίστοιχες συμβάσεις, τις αντίστοιχες διαδικασίες για να τρέξει αυτό το πράγμα. Επίσης το Λονδίνο είναι ένας δεδομένος προορισμός τέτοιων κεφαλαίων για να βρουν εταιρείες υψηλής τεχνολογίας και αργότερα, για να εξαγοραστούν, για να προχωρήσουν σε αυτό το ταξίδι της επιχειρηματικότητας. Η χώρα μας ακόμη τότε δεν ήταν σε αυτό το επίπεδο. Σήμερα, έχουν γίνει βήματα, αλλά και πάλι δεν είναι Σαν Φρανσίσκο, δεν είναι Κέμπριτζ της Αγγλίας ή δεν είναι Κέμπριτζ της Αμερικής. Είναι όμως ένας προορισμός, όπου όλο και περισσότερο γίνονται επενδύσεις σε υψηλή τεχνολογία που αφορά την υγεία.
Νίκη Λυμπεράκη: Δεν μπορώ τώρα να μην σημειώσω ότι ιδρύσατε την εταιρεία σας σε μια εποχή που για την Ελλάδα, θυμόμαστε τη δαμόκλειο σπάθη του Grexit, το 2015. Την ιδρύσατε με έδρα μια χώρα, στην οποία έχει μεσολαβήσει το Brexit. Αυτό επηρεάζει τα πράγματα για εσάς που έχετε τη βάση σας στη Βρετανία;
Νίκος Μόσχος: Είναι οξύμωρο και παράλληλα ενδιαφέρον. Αλλά οι συμπτώσεις τελικά γράφουν ιστορία σε πολλές περιστάσεις. Πράγματι, μας είχε δυσκολέψει πάρα πολύ το Brexit, το οποίο δεν διαφαινόταν με αυτόν τον τρόπο τότε. Μιλάμε για το 2015. Παρ’ όλα αυτά, η Αγγλία, ακριβώς για να καλύψει αυτό το κενό, συνεχίζει να παρέχει κίνητρα και επίσης είναι και το λεγόμενο: «το καλύτερο από δύο κόσμους», μεταξύ της Αμερικής και της Ευρώπης. Εμείς λοιπόν, έχοντας όλες τις δραστηριότητες στην Ελλάδα, όπως επίσης και σε άλλες χώρες του εξωτερικού μέσα από τους distributors, τα δίκτυα διανομής, τους συμβούλους κλπ.
Νίκη Λυμπεράκη: Ναι, θα τα πούμε. Η εξωστρέφειά σας.
Νίκος Μόσχος: Αλλά, έχοντας τις κύριες δραστηριότητες εδώ, έχουμε την ευχέρεια να είμαστε εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης και με την έδρα στο Λονδίνο να παίρνουμε και τις ευκολίες και τις παροχές που μας δίνει το αγγλικό κράτος και ένα βήμα πριν την Αμερική, που βρίσκεται πιο κοντά από άποψη τεχνολογίας, επαφών, συστημάτων κλπ.
Νίκη Λυμπεράκη: Είπατε νωρίτερα ότι βελτιώνονται τα πράγματα και στην Ελλάδα, δηλαδή τα τελευταία 6 χρόνια, από το 2015 μέχρι σήμερα, βλέπετε μια πορεία, μια τροχιά βελτιούμενη. Αναρωτιέμαι αν θα σκεφτόταν κάποια στιγμή η εταιρεία σας την μετεγκατάσταση, τον επαναπατρισμό, ας πούμε.
Νίκος Μόσχος: Σε ό,τι αφορά όλες τις δραστηριότητες, είμαστε ήδη εδώ και νιώθουμε και πολύ Έλληνες. Υπάρχει δηλαδή και ένα σημαντικό στοιχείο εθνικής υπερηφάνειας· ότι προσπαθούμε να εμπεδώσουμε και να μεταλαμπαδεύσουμε αυτό το πρότυπο εξωστρεφούς επιχειρηματικότητας
Mας προβλημάτισε πάρα πολύ μήπως έπρεπε να κάνουμε και την έδρα – κι όχι μόνο μια θυγατρική ή ένα παράρτημα, όπως ισχύει αυτήν τη στιγμή – εκτός Ηνωμένου Βασιλείου. Ακόμα το κοιτάμε αυτό. Και θα δούμε εάν θα γίνει στην Ελλάδα ή αν θα γίνει, ίσως για κάποιον λόγο, με βάση κάποια κίνητρα, είτε στο Παρίσι είτε στη Γερμανία. Βέβαια, το πιο πιθανό είναι να μείνουμε ως έχουμε και πιθανώς να γίνει θυγατρική το παράρτημα στην Ελλάδα.
Νίκη Λυμπεράκη: Υπάρχει και μία «ρομαντική» ανάγνωση της δικής σας προσπάθειας; Δηλαδή, μια εταιρεία που αφιερώνεται στην έρευνα και με κονδύλια και με προσπάθεια σε εποχές δύσκολες, για να παραχθεί τελικά ένα προϊόν που βοηθά ασθενείς. Για μία νόσο που ταλαιπωρεί –είναι εκατομμύρια οι άνθρωποι στον πλανήτη.
Νίκος Μόσχος: Είναι εκατομμύρια – ευτυχώς όχι πολλά. Είναι γύρω στα 13.000.000 παγκοσμίως.
Πρέπει να σε εμπνέει και η προσπάθεια να βοηθήσεις ανθρώπους και να καλυτερεύσεις τη ζωή τους στο πλαίσιο ενός βαθύτατα ιατρικού θέματος. Η νόσος αυτή είναι πολύ δύσκολη.
Νίκη Λυμπεράκη: Βέβαια. Δεν είναι ιάσιμη, έτσι; Είναι εκφυλιστική.
Νίκος Μόσχος: Δυστυχώς δεν είναι ιάσιμη και εν τέλει η αγωγή έχει στόχο τη διαχείριση των συμπτωμάτων και εν τέλει στόχο κατά προέκταση την ποιότητα ζωής. Αυτό, λοιπόν, που κάνει το PD Monitor είναι ακριβώς αυτό. Δηλαδή, μπορεί να καταγράφει διαρκώς τα συμπτώματα σε αυτά τα τακτά χρονικά διαστήματα που ζητάει ο ιατρός, να γίνεται η εξ’ αποστάσεως παρακολούθηση και άρα, γνωρίζοντας πότε εμφαίνονται, πώς εξελίσσονται και πώς συνδυάζονται με τη νυν αγωγή, να προτείνει παρεμβάσεις και να δει άμεσα και το αποτέλεσμα.
Νίκη Λυμπεράκη: Αυτό είναι κάτι που μπορεί να το «φορά» ο ασθενής σας και καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας, για παράδειγμα; Θέλω να πω, πέραν της δυνατότητας που έχει ένας ιατρός συμβατικά να παρακολουθήσει τον ασθενή, θα πάμε στο ιατρείο, θα καθίσουμε μισή ώρα, μπορεί εκείνη την ώρα να μην έχει συμπτώματα, να μην είναι σε κρίση. Το καταλαβαίνω σωστά; Αυτή είναι η δυνατότητα που παρέχετε;
Νίκος Μόσχος: Καταρχάς δεν είναι real time. Άρα, αν ο ασθενής το φοράει στις 11 το βράδυ, δεν είναι κάπου εκεί ένας ιατρός για να βλέπει τι γίνεται.
Ο τρόπος που το χρησιμοποιεί ο ασθενής είναι για 2 έως 5 ημέρες, μια φορά τον μήνα, μια φορά το δίμηνο, μια φορά το εξάμηνο ή τον χρόνο, ανάλογα με το τι του ζητά ο ιατρός του. Κάποιοι ασθενείς, οι οποίοι βρίσκονται στο ξεκίνημα της νόσου και δη, στο λεγόμενο «honey-moon» που λέμε στα αγγλικά, στον «μήνα του μέλιτος» με την ασθένεια τα συμπτώματα είναι διαχειρίσιμα , η αγωγή είναι αυτή που πρέπει, ο ασθενής δεν έχει τις λεγόμενες «διακυμάνσεις», δηλαδή μια τον «πιάνουν» τα φάρμακα, μια δεν τον «πιάνουν». Αυτή είναι η εικόνα του μέλλοντός του. Μέχρι εκείνη τη στιγμή είναι καλά και ίσως δεν καταλαβαίνεις ότι έχει Πάρκινσον, γιατί είναι πολύ δυνατά τα φάρμακα, τον «πιάνουν» και όλα είναι ΟΚ. Όμως, όσο περνάει ο καιρός, δυστυχώς προχωρά η λεγόμενη «νευροεκφύλιση», η ασθένεια εξελίσσεται και ο ασθενής αρχίζει να εμφανίζει ξανά τα συμπτώματα που είχε, πριν πάρει την αγωγή, όχι όμως διαρκώς. Παίρνει την αγωγή του, όποτε του έχει πει ο ιατρός μέσα στην ημέρα και μετά από λίγο δεν τον «πιάνει» πια η αγωγή. Μετά ο ιατρός αρχίζει να του βάζει δεύτερη δόση, τρίτη δόση, πέμπτη δόση, σε αυτό το ταξίδι στον χρόνο, χέρι-χέρι με την ασθένεια. Κι εκεί αρχίζει η πολυπλοκότητα. Γιατί πρέπει να έχει τη δόση και τη δοσολογία, αυτή που πρέπει, διαρκώς. Είναι αδύνατον να μπορεί ο ιατρός να ξέρει αυτήν την πληροφορία, χωρίς να έχει ένα τέτοιου τύπου καταγραφικό.
Νίκη Λυμπεράκη: Εσείς, λοιπόν, το κάνετε δυνατό.
Νίκος Μόσχος: Το κάνουμε δυνατό. Κάτι, το οποίο ήταν το λεγόμενο «unmet need». Η ιατρική κοινότητα για χρόνια έψαχνε με ποιον τρόπο θα μπορεί διαρκώς να ξέρει ο ιατρός πώς εξελίσσονται τα πράγματα, όχι in real time, αλλά όταν αποφασίσει να κάνει μια ρύθμιση, να μπορεί να δει ποια είναι η κατάσταση του αρρώστου.
Νίκη Λυμπεράκη: Αυτό, φαντάζομαι είναι η μεγάλη επιτυχία· να βρεις τρόπο να καλύψεις μία ανάγκη που δεν έχει βρει την απάντησή της μέχρι εκείνη τη στιγμή. Ιδρύεστε το 2015 είπαμε, το τρίγωνο είναι: Λονδίνο – Αθήνα – Ιωάννινα, εξηγήσαμε τους λόγους. Κοιτάτε εκτός συνόρων, εκτός κάθε συνόρων, γιατί είστε κατά βάση μία εξωστρεφής εταιρεία.
Νίκος Μόσχος: Ακριβώς. Κοιτάξτε, η ασθένεια αυτή είναι παγκόσμια. Στην Ελλάδα έχουμε 22.000 περίπου ασθενείς με νόσο Πάρκινσον και παγκοσμίως περίπου 13.000.000. Θα ήταν εν τέλει άδικο να μην είσαι εξωστρεφής de facto, γιατί οι ανάγκες είναι παγκόσμιες. Δυστυχώς, υπάρχει παντού και μάλιστα είναι μια ασθένεια που επηρεάζει πάρα πολύ όλη την οικογένεια. Ο ασθενής με νόσο Πάρκινσον – δυστυχώς επειδή δεν είναι ιάσιμη – περνάει σταδιακά έναν γολγοθά. Και τον περνούν και οι οικείοι του.
Έρχεται η κατάθλιψη, έρχονται προβλήματα πολλά, χάνει μέρες από τη δουλειά του, δεν είναι πλέον παραγωγικός, σε όποια φάση της ζωής του κι αν βρίσκεται. Άρα λοιπόν, η εξωστρέφεια ήταν από την αρχή κάτι αυτονόητο. Για να είναι κανείς εξωστρεφής – καταρχήν είναι κάτι που κοστίζει και επίσης πρέπει να αντιληφθεί πώς θα είναι εξωστρεφής, ποιους συνεργάτες θα βρει, πώς θα χτίσει το δίκτυό του, αν θα ιδρύσει θυγατρικές ή αν θα δουλέψει με distributors.
Νίκη Λυμπεράκη: Σε πόσες χώρες δραστηριοποιήστε;
Νίκος Μόσχος: Εμείς αυτή τη στιγμή έχουμε παρουσία σε περίπου 10 χώρες, οι οποίες είναι, ως επί το πλείστον, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο. Άμεσα μας ενδιαφέρει και η αγορά της Μέσης Ανατολής, όπως επίσης πάνω από όλα μας ενδιαφέρει η αμερικανική αγορά.
Νίκη Λυμπεράκη: Εκεί, στον δικό σας χώρο, στον κλάδο της υγείας και της ιατρικής τεχνολογίας, φαντάζομαι ότι υπάρχει και η ιδιαιτερότητα ότι συμβάλλεστε και με τα συστήματα υγείας κάθε χώρας και όχι μόνο με ιδιώτες ας πούμε, ασθενείς ή ιατρούς;
Νίκος Μόσχος: Η υγεία είτε είναι η νοσοκομειακή παροχή υπηρεσιών είτε είναι τα φάρμακα είτε είναι οι ιατρικές συσκευές είτε είναι μια φυσιοθεραπεία στο σπίτι ή σε ένα φυσιοθεραπευτήριο , εν τέλει έχει μια πολυπλοκότητα ως σύστημα. Πολύ συχνά, άλλος παίρνει την υπηρεσία, άλλος τον παραπέμπει για αυτήν την υπηρεσία, αλλού πρέπει να γίνει η υπηρεσία και άλλος πληρώνει για την υπηρεσία.
Νίκη Λυμπεράκη: Ακούγεται σαν να είναι σημαντικά δυσκολότερη και η προσπάθεια να διεισδύσει η εταιρεία σε μία χώρα.
Νίκος Μόσχος: Ακριβώς. Προσέξτε, αυτό που λέτε ονομάζεται «market access» και δυστυχώς, λόγω της διαφορετικότητας των χωρών ακόμα και μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, για κάθε χώρα πρέπει να γίνει μια καταγραφή πριν μπεις, σε ό,τι αφορά το πλάνο διείσδυσης στη χώρα. Κι αυτό μπορεί να ακούγεται αυτονόητο για οποιαδήποτε επιχειρηματική προσπάθεια.
Νίκη Λυμπεράκη: Εμένα μου ηχεί δαιδαλώδες πρέπει να σας πω.
Νίκος Μόσχος: Εδώ όμως και ειδικά στο σύστημα υγείας είναι κάτι δαιδαλώδες όπως το λέτε. Δηλαδή, πρέπει κανείς να δει ποια είναι τα βήματα που πρέπει να λάβει, ώστε να αποκτήσει αποζημίωση η συσκευή από το σύστημα υγείας. Η αποζημίωση για παράδειγμα στο Ηνωμένο Βασίλειο γίνεται σε διαφορετικά επίπεδα. Μπορεί να γίνει σε μια γεωγραφική περιφέρεια στο αντίστοιχο CCG, έτσι λέγεται το Clinical Commissioning Group,ας πούμε του Μπέλφαστ ή μπορεί να γίνει σε επίπεδο νοσοκομείου ή μπορεί να γίνει σε κεντρικό επίπεδο με κεντρικό αγοραστή.
Νίκη Λυμπεράκη: Άρα, με πάρα πολλές διακλαδώσεις ενδεχομένως σε κάθε αγορά.
Νίκος Μόσχος: Με διαφορετικά σενάρια, με διαφορετικές διακλαδώσεις, ένα δίκτυο αποζημίωσης και μετά έρχονται οι αποζημιωτές που μπορεί να είναι ιδιωτικές ασφαλιστικές. Παίζουν άλλον ρόλο και συμμετέχουν με άλλον τρόπο. Επίσης, πολύ σημαντικό ρόλο παίζουν οι επαγγελματίες της υγείας, οι οποίοι είναι αυτοί που θα συστήσουν τη χρήση ενός φαρμάκου ή μιας συσκευής και άρα πρέπει να γνωρίζουν, πρέπει να εκπαιδευτούν. Πρέπει να υπάρχουν κλινικές μελέτες που να αποδεικνύουν τις επιδόσεις του προϊόντος ή αντίστοιχα ότι βελτιώνει την ποιότητα ζωής ή αντίστοιχα ότι εξοικονομεί πόρους από το σύστημα υγείας. Όλα αυτά λοιπόν, αν σκεφτείτε ότι είναι διαφορετικά ανά χώρα, κάποια κοινά, κάποια διαφορετικά, δημιουργούν την ανάγκη για μια χαρτογράφηση πολύ διαφορετική ανά χώρα.
Νίκη Λυμπεράκη: Σκέφτομαι, όπως το περιγράφετε και δεν ξέρω αν κάνω λάθος ότι δεν υπάρχει καν η κοινή ευρωπαϊκή ομπρέλα. Δηλαδή, για κάποια προϊόντα άλλων κατηγοριών υπάρχει μια ευρωπαϊκή έγκριση και ανοίγουν οι πόρτες για όλη την ενιαία αγορά.
Νίκος Μόσχος: Το κατανοήσατε πλήρως. Λέμε ότι έχεις CE Marking, CE Marking σε ιατρο-τεχνολογικό προϊόν, το οποίο είναι διαφορετικό από το CE που έχει μια λάμπα.
Νίκη Λυμπεράκη: CE, να το πω για να το θυμηθείτε λίγο. Όταν πάμε στο super market, όταν πάμε οπουδήποτε το έχετε δει αυτό το σηματάκι σε όλα τα προϊόντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Νίκος Μόσχος: Έτσι ακριβώς. Αυτό το «Communauté Européenne». Αυτό είναι το CE, αυτό σημαίνει. Το Medical Grade CE είναι πολύ πιο σύνθετο, περιλαμβάνει έναν ιατρικό φάκελο χιλίων σελίδων, [ΔΥΣΝΟΗΤΟ] τάξη μεγέθους που περιγράφει τις επιδόσεις του προϊόντος, τις κλινικές μελέτες που έχουν γίνει, την ασφάλεια, τη βιο-συμβατότητα και μια σειρά από άλλα πράγματα που πρέπει να τα έχεις όλα. Κι αυτό είναι ένα ταξίδι που μας πήρε 5 χρόνια να το ολοκληρώσουμε. Που συνήθως μπορεί να χρειαστεί έως και 10 χρόνια. Εμείς είχαμε μια πολύ δυνατή ομάδα, μια ομάδα σφυρηλατημένη στο πλαίσιο και της πανεπιστημιακής δουλειάς και μέσα από την εμπειρία της συνεργασίας και καταφέραμε να πάρουμε το CE Marking το 2019. Για να μπορείς να πουλήσεις σε κάθε ευρωπαϊκή χώρα που υποτίθεται ότι έχει την κοινή ομπρέλα του CE Marking, προκύπτει ότι αλλού θέλει μια ειδική συνδρομή για να είσαι στο μητρώο των ιατρο-τεχνολογικών προϊόντων, αλλού θέλει ένα ειδικό ISO για να θεωρείσαι διανομέας σε εκείνη τη χώρα, δεν αρκεί το CE, πρέπει να πάρεις και εκείνο το ISO.
Νίκη Λυμπεράκη: Είπατε στην αρχή πώς βοηθηθήκατε από τον θεσμό πια, «Business Seeds». Αναρωτιέμαι αν αυτήν τη γνώση, την τεχνογνωσία που έχετε αποκτήσει – γιατί πλέον είναι πολλά τα χρόνια που προσπαθείτε και έχετε και έναν οδικό χάρτη του πώς γίνεται η δουλειά, για να το πω απλά, στον τομέα σας – αν αυτήν την τεχνογνωσία θα θέλατε να τη μοιραστείτε και ως μέντορες, ενδεχομένως σε έναν αντίστοιχο θεσμό. Θα το κάνατε;
Νίκος Μόσχος: Με πάρα πολλή χαρά. Εμείς βοηθηθήκαμε από το ξεκίνημα από αρκετούς ανθρώπους που ήταν κοντά μας είτε ήταν ο Όμιλος Ιατρικού Αθηνών που μας βοήθησε από την αρχή, από τον οποίο και το δικό μου background και στάθηκαν κοντά μας πρώτοι στις κλινικές μελέτες είτε ήταν η Εθνική Τράπεζα, μέσα από την αποτίμηση που μας έδωσε ως θεσμικός επενδυτής και άρα μπορέσαμε να συνασπίσουμε και τους υπόλοιπους angel investors, για να έχουμε την κοινή αποτίμηση και να ξεκινήσουμε. Άρα και εμείς, θα ήταν κάτι που δεν θα μας ταίριαζε το να μην δώσουμε τη βοήθειά μας όπου αυτό χρειαστεί.
Νίκη Λυμπεράκη: Μάλιστα. Λοιπόν, κορονοϊός : τη ζωή όλων μας την έχει βάλει σε μία ρότα, που δυο χρόνια μετά, παραμένει κάπως δύσκολο να τη συνηθίσει κανείς. Σας δυσκόλεψε εσάς;
Νίκος Μόσχος: Μας κόστισε πάρα πολύ. Μας δυσκόλεψε απεριόριστα. Αρκεί να σκεφτείτε ότι με ένα burn rate, δηλαδή το πόσο κοστίζει η λειτουργία της εταιρείας μηνιαίως, γύρω στις 150.000 (ευρώ), τα χρόνια του κορονοϊού – μάλλον, οι μήνες ευτυχώς του κορονοϊού – μέχρι σήμερα, μέχρι που άνοιξαν κάπως τα σύνορα τον Μάιο. Άρα, οι πρώτοι 13 μήνες ήταν επί 150.000 (ευρώ). Αυτό ήταν το κόστος, γιατί πήγε αντίστοιχα πίσω το business plan κατά τον ίδιο χρόνο. Ως προς τις αρχικές προμήθειες κάποιων υλικών από την Κίνα που πρωτο-έκλεισε τον Νοέμβρη του 2019, μέχρι να καταλάβουμε τι συμβαίνει σε αυτήν την Ουχάν, όπου εμείς είχαμε εργοστάσιο -στην ευρύτερη περιοχή -που μας παρήγαγε τις πρώτες ύλες, τις μπαταρίες συγκεκριμένα.
Μέχρι στην πορεία που οι κλινικές μελέτες δεν μπορούσαν να γίνουν, γιατί οι νευρολόγοι στο Ηνωμένο Βασίλειο έκαναν μέχρι και τον Μάιο μονοθεματικά μόνο Covid-19. Μέχρι την εμπορική προσπάθεια, η οποία, όσο κι αν έχουμε μάθει να κάνουμε τηλεδιασκέψεις, το να πουλήσεις ένα πρωτόλειο, innovative προϊόν μέσω WebEx στην Αμερική είναι δύσκολο εν τέλει. Αν δεν μπορείς να πας, να ταξιδέψεις, να δεις τους ανθρώπους και να κάνεις τη διαδικασία της πώλησης. Το κάναμε κι αυτό, κάναμε διείσδυση με WebEx.
Νίκη Λυμπεράκη: Τα καταφέρατε.
Νίκος Μόσχος: Κάτι καταφέραμε. (γέλια) Αλλά θα ήταν όλα πολύ πιο εύκολα, πράγματι, αν δεν είχαμε το θέμα του κορονοϊού. Να βάλω όμως και μια παρένθεση σε αυτό· δυστυχώς, από την άλλη είναι και μια ευκαιρία. Και οφείλουμε να βλέπουμε τα παιχνίδια της μοίρας και από τη μια και από την άλλη και να είμαστε πάντα προετοιμασμένοι, τουλάχιστον στο επιχειρείν για όλα τα δυνατά σενάρια.
Νίκη Λυμπεράκη: Έχουμε παράπλευρη ωφέλεια;
Νίκος Μόσχος: Έχουμε μια λεγόμενη «παράπλευρη ωφέλεια» με την έννοια ότι κάνει ακόμα πιο αδήριτη την ανάγκη της τηλε-υγείας.
Και το δικό μας προϊόν είναι κατ’ εξοχήν προϊόν τηλε-υγείας, οπότε εν τέλει, εμπεδώνει στους επαγγελματίες υγείας ότι μπορούν να παρακολουθήσουν πιο εύκολα τον άρρωστό τους εξ’ αποστάσεως και λόγω Covid.
Νίκη Λυμπεράκη: Όταν ακούω χρόνια τώρα – τον όρο «τηλε-υγεία» δεν τον πολυ-ακούω, αλλά τον όρο «τηλε-ιατρική» τον ακούμε και στην Ελλάδα χρόνια, πάει ο νους μου στη δική μας γεωγραφική ιδιαιτερότητα, στη νησιωτικότητα της Ελλάδας και αναρωτιέμαι εάν έχετε στα σχέδιά σας και τη δημιουργία, την παραγωγή κι άλλων συσκευών ή συστημάτων που θα μπορούσαν ας πούμε να βοηθήσουν και σε τέτοιες περιπτώσεις. Γιατί ξέρουμε ότι έχουμε πολλά μικρά νησιά στην Ελλάδα, όπου είναι δύσκολο – και ειδικά τον χειμώνα – να βρεθεί το απαιτούμενο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό. Έχετε και τέτοιους στόχους για την επόμενη ημέρα σας;
Νίκος Μόσχος: Βεβαίως, χωρίς στόχους δεν πας πουθενά Αναφορικά με το πρώτο σκέλος της ερώτησής σας υπάρχουν νησιά στο ανατολικό Αιγαίο, όπου έχουμε ασθενείς και μάλιστα ένας από αυτούς πήρε την πρώτη αποζημίωση από το ελληνικό σύστημα υγείας και είναι ένας ακόμα λόγος, για τον οποίο είμαστε περήφανοι, γιατί μας κατάλαβε ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ και μας έδωσε, κατ’ εξαίρεση, αποζημίωση μέχρι να γίνουν οι διαπραγματεύσεις, μέχρι να προχωρήσει όλη η διαδικασία της επίσημης τιμής στο σύστημα υγείας. Μας έδωσε κατ’ εξαίρεση αποζημίωση για ασθενή ακριτικού νησιού, ο οποίος παρακολουθείται από ειδικό στις κλινικές διαταραχές, στην Αθήνα. Γιατί αντελήφθη ότι είναι επιπλέον προστιθέμενη αξία η τηλε-υγεία των ανθρώπων σε μία ακριτική περιοχή.
Νίκη Λυμπεράκη: Βέβαια. Ειδικά όταν είναι ακόμη και θέμα εθνικής πολιτικής ο κόσμος να μείνει στον τόπο του. Είναι πάρα πολύ σημαντικό αυτό που μας λέτε και χαίρομαι που μαθαίνω ότι υπάρχει και η ευελιξία, όταν απαιτείται εν πάση περιπτώσει από την Πολιτεία.
Νίκος Μόσχος: Αυτό λοιπόν είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα. Από εκεί και έπειτα η εταιρεία έχει ένα πλάνο ανάπτυξης, που αφορά τα επόμενα βήματα του ιδίου προϊόντος, στο λεγόμενο «version 2» και «version 3», όπου θα κάνουμε τον ύπνο που με ρωτήσατε νωρίτερα. Γιατί σήμερα δεν καταγράφουμε τον ύπνο, καταγράφουμε στην διάρκεια της ημέρας τις δραστηριότητες.
Νίκη Λυμπεράκη: Ναι.
Νίκος Μόσχος: Ή όπως και κάποιες άλλες παραμέτρους της ασθένειας, οι οποίες δεν καταγράφονται αυτήν τη στιγμή και δεν αφορούν την κίνηση. Αφορούν τα λεγόμενα «μη κινητικά συμπτώματα», που είναι επίσης πολύ σημαντικά στη νόσο Πάρκινσον. Πέρα από την Πάρκινσον μάς ενδιαφέρει η σκλήρυνση κατά πλάκας, μας ενδιαφέρει η αποκατάσταση των εγκεφαλικών και κάποιες άλλες κινητικές διαταραχές και νευροεκφυλιστικές παθήσεις που μπορούμε με αντίστοιχη τεχνολογία, διαφορετικά παραμετροποιημένη και ακολουθώντας το ίδιο μονοπάτι πιστοποιήσεων και ανάπτυξης να τα ακολουθήσουμε.
Νίκη Λυμπεράκη: Τώρα, να σας ρωτήσω: 6 χρόνια μετά και ακούγοντας όσα μου αφηγηθήκατε με πολύ μεγάλη προσπάθεια, με βουνά γραφειοκρατίας, με μια σειρά αγορών και εμποδίων, που πρέπει να ξεπεράσει κανείς για να μπει σε αυτές τις αγορές, θα λέγατε ότι άξιζε τον κόπο; Και προφανώς, δεν το λέω για τη δική σας εταιρεία, γιατί εσείς τα έχετε καταφέρει, έχετε μπει σε μια πορεία. Σε έναν άνθρωπο που μας ακούει και που είναι στο ξεκίνημα ή στη σκέψη για ένα ξεκίνημα τέτοιας φύσης, θα του λέγατε να το τολμήσει;
Νίκος Μόσχος: Κοιτάξτε, εμείς νιώθουμε πολλές φορές ότι ζούμε το «Greek Dream», όπως λέγαμε το «American Dream». Στην Ελλάδα, στη χώρα μας, με το λεγόμενο «εθνικό πρόσημο» που όλους κάπως μας διακατέχει, γιατί έχουμε την ιστορία μας, γιατί έχουμε τους φίλους μας, γιατί έχουμε τη θάλασσα και τον ήλιο κι ό,τι είναι αυτό που εμπνέει τον καθένα. Μπορούμε εδώ να κάνουμε αυτά τα πράγματα, εφόσον υπάρχει ομάδα, εφόσον υπάρχει μια σωστή επιχειρηματική ιδέα, εφόσον «δέσει η συνταγή» και μπορούν να προχωρήσουν τα πράγματα, γιατί πλέον είναι όλα πιο εύκολα από αυτά που βρήκαμε εμείς. Υπάρχουν πολλές πηγές χρηματοδότησης – ίσως όχι τόσο εξειδικευμένες όσο θα θέλαμε, αλλά βελτιώνονται, προχωράνε, προσπαθούν να κλείσουν, όπως λέγαμε παλιά το digital divide, το κενό στην ψηφιακή σύγκλιση. Εδώ είναι το technology divide σε σχέση με το Λονδίνο που αναφέραμε νωρίτερα ή με το Σαν Φρανσίσκο ή με την Βοστόνη. Υπάρχει προσπάθεια, υπάρχουν κάποια πολύ καλά πανεπιστήμια, υπάρχουν κάποια πολύ καλά funds και νομίζω ότι όλα είναι πιο εύκολα και ελπίζω στο μέλλον να γίνουν ευκολότερα.
Νίκη Λυμπεράκη: Ιδού λοιπόν, πεδίον δόξης λαμπρόν. Σας ευχαριστώ πολύ, κύριε Μόσχο.
Νίκος Μόσχος: Να είστε καλά, ευχαριστώ πολύ.